Η τελευταία δημοσκόπηση που δημοσιεύεται στη Καθημερινή της Κυριακής, μας ταξιδεύει νοερά στο ’74. Τότε που το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου επιχειρούσε να ξεφύγει από το παρελθόν του ιδρυτή του και των στελεχών που πλαισίωναν το πολιτικό του εγχείρημα. Ήταν η εποχή που η αριστερά έχτιζε τον δικό της μύθο και το αφήγημα του σοσιαλισμού ηχούσε χαρμόσυνα στ’ αυτιά ενός κόσμου που αναζητούσε περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη, ελευθερία κι ένα όραμα για την πατρίδα. Τα ποσοστά του σημερινού ΠΑΣΟΚ, κοντά στο 14%, είναι περίπου τα ίδια με τα ποσοστά του ζιβάγκο που λανσάριζε ο Ανδρέας.
Και τότε, όπως δημοσκοπικά διαφαίνεται τώρα, η αριστερά είχε γίνει ο χώρος συγκέντρωσης όλων των απογοητευμένων από το «κράτος της δεξιάς». Ο χώρος υποδοχής ετερόκλητων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που αναζητούσαν πολιτική έκφραση προκειμένου να στεγάσουν την οργή, το θυμό και την αγανάκτησή τους. Ο Ανδρέας Παπανδρέου έπιασε από τη πρώτη στιγμή το σφυγμό της κοινωνίας και χωρίς να διστάσει παρουσίασε ένα «προϊόν» κομμένο και ραμμένο στα γούστα της. Σήμερα ασφαλώς δεν είναι οι ίδιες συνθήκες με τότε. Τα χαρακτηριστικά όμως μοιάζουν. Το ΠΑΣΟΚ, με τα ποσοστά που συγκεντρώνει δείχνει να θέλει να επιστρέψει στις ρίζες του. Η αριστερά διαμορφώνει ένα μέτωπο που αθροιστικά υπερβαίνει τις προσδοκίες των ηγετών της. Και από την άλλη, ο μεγάλος χώρος της κεντροδεξιάς, φαίνεται να κοιμάται.
Όπως κοιμόταν και τότε. Όπως θα συνέχιζε να κοιμάται αν δεν υπήρχε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής να την ξυπνήσει και να της δώσει αυτό που της έλειπε προκειμένου να διεκδικήσει ισότιμα τον πρωταγωνιστικό της ρόλο στο πολιτικό σκηνικό. Διότι το λάθος που έκανε πάντα-και συνεχίζει- η κεντροδεξιά ήταν ότι, βουλευόταν με τα ποσοστά της και δεν προσπαθούσε να τα αυξήσει διεισδύοντας σε κοινά που παραδοσιακά θεωρούσε «εχθρικά». Άλλωστε η δεξιά κυβέρνησε όταν οι ηγεσίες της άνοιγαν δρόμους πέραν των εδαφών της. Και πάντα τους δρόμους τους άνοιγε η εμπνευσμένη ηγεσία του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Του ηγέτη που πάντα λειτουργούσε με όρους παράταξης. Όπως όταν δημιουργούσε την ΕΡΕ, με στελέχη του κεντρώου χώρου(Αβέρωφ, Τσάτσος κα), ώστε να «απαλλαγεί» από τις δεξιές προσλαμβάνουσες του Συναγερμού ή όταν ίδρυε τη Νέα Δημοκρατία, πάλι με στελέχη πέραν της δεξιάς(Λάσκαρης, Ανδριανόπουλος, Μητσοτάκης, Παππαπολίτης, Βαρδινογιάννης κα), προκειμένου η αστική παράταξη να αλλάξει εποχή και να συγχρονίσει τα βήματα της με τον ευρωπαϊκό φιλελευθερισμό.
Όλα αυτά τα επισημαίνω γιατί κάποιοι έχουν αρχίσει ήδη να πανηγυρίζουν μα τα ποσοστά που δίνουν οι δημοσκοπήσεις. Προφανώς λησμονούν ότι αυτά τα ποσοστά δεν έχουν κερδηθεί από τη Νέα Δημοκρατία. Έχουν χαθεί από τους άλλους και συνεπώς εύκολα μπορεί να χαθούν και για την ίδια. Όσο η Νέα Δημοκρατία δεν ανοίγει νέους δρόμους και δεν βάζει το λαό να περπατήσει σ’ αυτούς, τόσο τα ίχνη της δεν θα αποτυπώνονται σε μια νέα γενιά που διεκδικεί ένα μέλλον διαφορετικό από αυτό που υπόσχονται οι άλλοι. Η Νέα Δημοκρατία μπορεί και πρέπει να καταστεί κυρίαρχη πολιτική δύναμη, όχι εξ αντανακλάσεως, αλλά γιατί οι ιδέες της θα συνιστούν πλειοψηφικό ρεύμα στη κοινωνία. Σήμερα έχει μια μοναδική ευκαιρία να το κάνει. Αύριο θα είναι αργά…