Από την ημέρα που ανακοινώθηκε από το Καστελόριζο η προσφυγή της χώρας μας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, πολλά έχουν γραφεί και ειπωθεί για τα λάθη της οικονομικής πολιτικής που ακολουθήθηκε τα τελευταία χρόνια.
Είναι πια αποδεδειγμένο από τα γεγονόντα, ότι το μνημόνιο, έτσι όπως εφαρμόστηκε, παρέσυρε τη χώρα σε πρωτοφανή οικονομική και κοινωνική τραγωδία. Ακόμη και οι υποστηρικτές του σπεύδουν τώρα να το αποκηρύξουν. Αυτό που πιστοποιεί αυτήν την αποτυχία είναι το γεγονός ότι παρά τη μεγάλη μείωση των εισοδημάτων την τελευταία διετία και την πρωτοφανή ύφεση της οικονομίας, οι τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών παραμένουν στα ύψη. Έτσι τα εισοδήματα δέχονται πλήγμα από δυο πλευρές. Από τη μείωση των ονομαστικών μισθών και από την άνοδο των τιμών. Το Oικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας είχε έγκαιρα και επανειλημμένως προειδοποιήσει για αυτήν τη στρέβλωση και είχε ζητήσει τη θέσπιση πλαφόν τιμών σε συγκεκριμένες υπηρεσίες και προϊόντα βασικής ανάγκης έως ότου χτυπηθούν αποτελεσματικά τα καρτέλ και λειτουργήσει ο ανταγωνισμός.
Η συμφωνία του Εurogroup για το δεύτερο ελληνικό πακέτο διάσωσης κράτησε την Ελλάδα μέσα στην ζώνη του κοινού νομίσματος, και απομάκρυνε την άτακτη χρεοκοπία. Ουσιαστικά οι Ευρωπαίοι Εταίροι μας ανέλαβαν το χρέος μας δίνοντας σε εμάς την διαχείρηση του ελλείματος. Στις επόμενες μέρες αναμένουμε και την οριστικοποίηση της συμφωνίας ανταλλαγής των ελληνικών ομολόγων με ομόλογα του EFSF. Το χρέος της Ελληνικής Δημοκρατίας, μετά από όλες τις συμφωνίες, τις διαπραγματεύσεις, τις αναδιαρθρώσεις και κυρίως τις θυσίες των Ελλήνων πολιτών, θα ανέλθει το 2020 στο 120,5% του ΑΕΠ. Στο ύψος που ήταν λίγο πριν προσφύγουμε στο ΔΝΤ. Η εκτίμηση αυτή μάλιστα είναι το αποτέλσμα του καλού σεναρίου για την ελληνική οικονομία. Δηλαδή εάν όλα πάνε όπως έχουμε εκτιμήσει στην εσωτερική μας οικονομία (π.χ. συσχέτιση μισθών-τιμών, κόστους παραγωγής-εξαγωγών, παραγωγικότητα απελευθερωμένων επαγγελμάτων κοκ) αλλά και στην ευρωπαϊκή οικονομία (ρυθμός ανάπτυξης για τα επόμενα 10 χρόνια της Ευρωζώνης).
Στην παρούσα χρονική στιγμή, πρέπει όλοι μαζί να αποδείξουμε ότι το θετικό σενάριο για την ελληνική οικονομία μπορεί να πραγματοποιηθεί. Και όχι ότι απλά αναβάλουμε τη χρεοκοπία, όπως υποστηρίζουν όσοι επιθυμούν ένα έντονα υποτιμημένο ευρώ. Η Ελλάδα θα καταφέρει να αποπληρώσει το καινούριο χρέος και να διατηρήσει σε βιώσιμα επίπεδα το έλλειμά της όταν μπει σε τροχιά ανάπτυξης. Η μονόδρομη πολιτική της καθολικής μείωσης των μισθών και των συντάξεων και της αύξησης της φορολόγησης, πρέπει άμεσα να αντικατασταθεί από δράσεις ενίσχυσης της δημόσιας και ιδιωτικής επένδυσης, και της απασχόλησης. Η ενίσχυση της επένδυσης και της απασχόλησης θα γίνει με κεφάλαια της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα διατεθούν για την επίτευξη πολύ συγκεκριμμένων στόχων.
Είναι αποδεκτό από την πλειοψηφία των μελών του Eurogroup ότι η φοροεισπρακτική και μη αναπτυξιακή πολιτική που πορεύτηκε μέσα από το πρώτο μνημόνιο μας οδήγησε σε αδιέξοδο. Το δεύτερο ελληνικό πακέτο διάσωσης δεν θα πρέπει να περιοριστεί στην παροχή του δανείου των 130 δισ. ευρώ, στις μειώσεις των μισθών και των συντάξεων. Θα πρέπει να επεκταθεί και να δώσει προοπτικές για ανάταξη της ελληνικής οικονομίας. Θα πρέπει λοιπόν να χρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση η ανάπτυξη και η απασχόληση στην Ελλάδα. Ένα σχέδιο Μάρσαλ που θα στοχεύει στην ανάσχεση της βαθύτερης ύφεσης, την μείωση της ανεργίας, την μείωση των τιμών των πρώτων υλών και των καταναλωτικών προϊόντων, την ενίσχυση των εξαγωγών, την δημιουργία υποδομών. Έτσι δεν θα χαθεί μία ολόκληρη γενιά, δεν θα χαθεί η τεχνογνωσία των Ελληνόπουλων, που τόσο ζήτηση έχει σε άλλες χώρες.
Πολιτικές παρατάξεις και πολίτες από όλες τις χώρες του ενιαίου νομίσματος έχουν κατανοήσει ότι η οικονομική και κοινωνική διάλυση που παρατηρούν στην χώρα μας θα επεκταθεί και στα δικά τους κράτη και στις δικές τους δουλειές και στις δικές τους οικογένειες. Για αυτό όλοι μαζί, μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα δουλέψουμε για την ανάσχεση της κρίσης, για την αντιστροφή του κλίματος και για την υλοποίηση του θετικού σεναρίου για την ελληνική οικονομία.
Είναι πια αποδεδειγμένο από τα γεγονόντα, ότι το μνημόνιο, έτσι όπως εφαρμόστηκε, παρέσυρε τη χώρα σε πρωτοφανή οικονομική και κοινωνική τραγωδία. Ακόμη και οι υποστηρικτές του σπεύδουν τώρα να το αποκηρύξουν. Αυτό που πιστοποιεί αυτήν την αποτυχία είναι το γεγονός ότι παρά τη μεγάλη μείωση των εισοδημάτων την τελευταία διετία και την πρωτοφανή ύφεση της οικονομίας, οι τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών παραμένουν στα ύψη. Έτσι τα εισοδήματα δέχονται πλήγμα από δυο πλευρές. Από τη μείωση των ονομαστικών μισθών και από την άνοδο των τιμών. Το Oικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας είχε έγκαιρα και επανειλημμένως προειδοποιήσει για αυτήν τη στρέβλωση και είχε ζητήσει τη θέσπιση πλαφόν τιμών σε συγκεκριμένες υπηρεσίες και προϊόντα βασικής ανάγκης έως ότου χτυπηθούν αποτελεσματικά τα καρτέλ και λειτουργήσει ο ανταγωνισμός.
Η συμφωνία του Εurogroup για το δεύτερο ελληνικό πακέτο διάσωσης κράτησε την Ελλάδα μέσα στην ζώνη του κοινού νομίσματος, και απομάκρυνε την άτακτη χρεοκοπία. Ουσιαστικά οι Ευρωπαίοι Εταίροι μας ανέλαβαν το χρέος μας δίνοντας σε εμάς την διαχείρηση του ελλείματος. Στις επόμενες μέρες αναμένουμε και την οριστικοποίηση της συμφωνίας ανταλλαγής των ελληνικών ομολόγων με ομόλογα του EFSF. Το χρέος της Ελληνικής Δημοκρατίας, μετά από όλες τις συμφωνίες, τις διαπραγματεύσεις, τις αναδιαρθρώσεις και κυρίως τις θυσίες των Ελλήνων πολιτών, θα ανέλθει το 2020 στο 120,5% του ΑΕΠ. Στο ύψος που ήταν λίγο πριν προσφύγουμε στο ΔΝΤ. Η εκτίμηση αυτή μάλιστα είναι το αποτέλσμα του καλού σεναρίου για την ελληνική οικονομία. Δηλαδή εάν όλα πάνε όπως έχουμε εκτιμήσει στην εσωτερική μας οικονομία (π.χ. συσχέτιση μισθών-τιμών, κόστους παραγωγής-εξαγωγών, παραγωγικότητα απελευθερωμένων επαγγελμάτων κοκ) αλλά και στην ευρωπαϊκή οικονομία (ρυθμός ανάπτυξης για τα επόμενα 10 χρόνια της Ευρωζώνης).
Στην παρούσα χρονική στιγμή, πρέπει όλοι μαζί να αποδείξουμε ότι το θετικό σενάριο για την ελληνική οικονομία μπορεί να πραγματοποιηθεί. Και όχι ότι απλά αναβάλουμε τη χρεοκοπία, όπως υποστηρίζουν όσοι επιθυμούν ένα έντονα υποτιμημένο ευρώ. Η Ελλάδα θα καταφέρει να αποπληρώσει το καινούριο χρέος και να διατηρήσει σε βιώσιμα επίπεδα το έλλειμά της όταν μπει σε τροχιά ανάπτυξης. Η μονόδρομη πολιτική της καθολικής μείωσης των μισθών και των συντάξεων και της αύξησης της φορολόγησης, πρέπει άμεσα να αντικατασταθεί από δράσεις ενίσχυσης της δημόσιας και ιδιωτικής επένδυσης, και της απασχόλησης. Η ενίσχυση της επένδυσης και της απασχόλησης θα γίνει με κεφάλαια της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα διατεθούν για την επίτευξη πολύ συγκεκριμμένων στόχων.
Είναι αποδεκτό από την πλειοψηφία των μελών του Eurogroup ότι η φοροεισπρακτική και μη αναπτυξιακή πολιτική που πορεύτηκε μέσα από το πρώτο μνημόνιο μας οδήγησε σε αδιέξοδο. Το δεύτερο ελληνικό πακέτο διάσωσης δεν θα πρέπει να περιοριστεί στην παροχή του δανείου των 130 δισ. ευρώ, στις μειώσεις των μισθών και των συντάξεων. Θα πρέπει να επεκταθεί και να δώσει προοπτικές για ανάταξη της ελληνικής οικονομίας. Θα πρέπει λοιπόν να χρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση η ανάπτυξη και η απασχόληση στην Ελλάδα. Ένα σχέδιο Μάρσαλ που θα στοχεύει στην ανάσχεση της βαθύτερης ύφεσης, την μείωση της ανεργίας, την μείωση των τιμών των πρώτων υλών και των καταναλωτικών προϊόντων, την ενίσχυση των εξαγωγών, την δημιουργία υποδομών. Έτσι δεν θα χαθεί μία ολόκληρη γενιά, δεν θα χαθεί η τεχνογνωσία των Ελληνόπουλων, που τόσο ζήτηση έχει σε άλλες χώρες.
Πολιτικές παρατάξεις και πολίτες από όλες τις χώρες του ενιαίου νομίσματος έχουν κατανοήσει ότι η οικονομική και κοινωνική διάλυση που παρατηρούν στην χώρα μας θα επεκταθεί και στα δικά τους κράτη και στις δικές τους δουλειές και στις δικές τους οικογένειες. Για αυτό όλοι μαζί, μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα δουλέψουμε για την ανάσχεση της κρίσης, για την αντιστροφή του κλίματος και για την υλοποίηση του θετικού σεναρίου για την ελληνική οικονομία.