«Τις τελευταίες ημέρες πολύς λόγος έγινε για το περίφημο «εκατομμύριο». Υπακούοντας στο αίτημα μιας ολόκληρης κοινωνίας για διαφάνεια στα οικονομικά των Βουλευτών, κινητοποιήθηκαν οι πάντες προκειμένου να αποκαλυφθούν ονόματα και πράξεις και να ελεγχθεί όχι μόνο η νομιμότητα αλλά και η ηθική τους διάσταση. Ο ζήλος των αρμοδίων ελεγκτικών μηχανισμών, του Κοινοβουλίου, των μέσων μαζικής ενημέρωσης να υπάρξουν αποκαλύψεις, αντανακλά κατά τη γνώμη μου ακριβώς την ανάγκη να ικανοποιηθεί το αίτημα της κοινωνίας για κάθαρση και διαφάνεια του δημόσιου βίου.
Αυτό καταδεικνύει ένα τεράστιο έλλειμμα νομιμοποίησης. Πιαστήκαμε από μία περίπτωση, ακριβώς διότι σπάνια δημιουργείται η ελπίδα να αποκαλυφθεί κάτι για ένα πολιτικό πρόσωπο. Οι πολίτες έχουν χάσει κάθε εμπιστοσύνη απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Η αίσθηση ότι εμείς, οι πολιτικοί, κάνουμε κατάχρηση των θεσμών για να καλύψουμε ο ένας τον άλλο έχει εδραιωθεί. Η υποψία ότι όλοι μας έχουμε κρυμμένα λεφτά, υπόγειες διασυνδέσεις, μυστικές συναλλαγές, ότι υπάρχει παρανομία και ανηθικότητα πίσω από την πολιτική μας πορεία έχει γίνει βεβαιότητα για τους πολίτες. Και η κατάσταση χειροτερεύει κάθε φορά που οι προσδοκίες για αποκαλύψεις διαψεύδονται.
Αυτό είναι ένα βάρος που προσωπικά αρνούμαι να σηκώσω για λογαριασμό άλλων. Αισθάνομαι την ανάγκη να διαχωρίσω τη θέση μου, όχι με διακηρύξεις, αλλά στην πράξη. Διότι αυτή η ισοπεδωτική λογική που ξεκινά με την εξορισμού αποδοχή ενοχής αδικεί πολλούς ανθρώπους του δημόσιου βίου, που ποτέ δεν έδωσαν λαβή για αιτιάσεις, που υπηρετούν με ήθος και εντιμότητα το κοινό συμφέρον. Αυτό το έλλειμμα εμπιστοσύνης δεν βλάπτει μόνο τους πολιτικούς. Βλάπτει εντέλει τη χώρα και δημιουργεί πολύ σοβαρότερους κινδύνους, διότι κλυδωνίζει την εμπιστοσύνη στον κοινοβουλευτισμό και τη δημοκρατία.
Για όλους αυτούς τους λόγους, συνυπέγραψα μαζί με ενενήντα ακόμη Βουλευτές, τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της Νέας Δημοκρατίας, τροπολογία με την οποία ζητούμε, κατά τις έρευνες που αφορούν την περιουσιακή και οικονομική κατάσταση πολιτικών προσώπων, να μην ισχύουν οι διατάξεις περί απόρρητου και περί προστασίας προσωπικών δεδομένων. Θεωρώ αυτονόητη την υποχρέωση του Κοινοβουλίου να θεσμοθετήσει τη διευκόλυνση της δικαιοσύνης στη διερεύνηση κάθε υπόθεσης που αφορά πολιτικό πρόσωπο. Για τους ίδιους λόγους είχα ζητήσει την άρση της δικής μου ασυλίας, για τους ίδιους λόγους υποστηρίζω πάγια τη θέση ότι πρέπει να αλλάξει ο νόμος περί ευθύνης Υπουργών.
Διαφωνώ με όσους όψιμα υποστηρίζουν ότι οφείλουμε διαφάνεια στους πολίτες επειδή τώρα υποφέρουν. Πάντοτε οφείλουμε διαφάνεια, όχι μόνο στους πολίτες, αλλά και στους εαυτούς μας και στη χώρα. Οι πολίτες πρέπει να εμπιστεύονται τους εκπροσώπους τους και τους κυβερνήτες τους. Οι πολιτικοί πρέπει να μην χρειάζεται να φωνάζουμε την αθωότητά μας στα κανάλια, αλλά να την πιστοποιούμε μέσα από ακλόνητους θεσμούς. Και η χώρα μας, η δημοκρατία μας, πρέπει να στηρίζεται σε σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης, την οποία εμείς πρώτοι οφείλουμε να εμπεδώσουμε.»
Αυτό καταδεικνύει ένα τεράστιο έλλειμμα νομιμοποίησης. Πιαστήκαμε από μία περίπτωση, ακριβώς διότι σπάνια δημιουργείται η ελπίδα να αποκαλυφθεί κάτι για ένα πολιτικό πρόσωπο. Οι πολίτες έχουν χάσει κάθε εμπιστοσύνη απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Η αίσθηση ότι εμείς, οι πολιτικοί, κάνουμε κατάχρηση των θεσμών για να καλύψουμε ο ένας τον άλλο έχει εδραιωθεί. Η υποψία ότι όλοι μας έχουμε κρυμμένα λεφτά, υπόγειες διασυνδέσεις, μυστικές συναλλαγές, ότι υπάρχει παρανομία και ανηθικότητα πίσω από την πολιτική μας πορεία έχει γίνει βεβαιότητα για τους πολίτες. Και η κατάσταση χειροτερεύει κάθε φορά που οι προσδοκίες για αποκαλύψεις διαψεύδονται.
Αυτό είναι ένα βάρος που προσωπικά αρνούμαι να σηκώσω για λογαριασμό άλλων. Αισθάνομαι την ανάγκη να διαχωρίσω τη θέση μου, όχι με διακηρύξεις, αλλά στην πράξη. Διότι αυτή η ισοπεδωτική λογική που ξεκινά με την εξορισμού αποδοχή ενοχής αδικεί πολλούς ανθρώπους του δημόσιου βίου, που ποτέ δεν έδωσαν λαβή για αιτιάσεις, που υπηρετούν με ήθος και εντιμότητα το κοινό συμφέρον. Αυτό το έλλειμμα εμπιστοσύνης δεν βλάπτει μόνο τους πολιτικούς. Βλάπτει εντέλει τη χώρα και δημιουργεί πολύ σοβαρότερους κινδύνους, διότι κλυδωνίζει την εμπιστοσύνη στον κοινοβουλευτισμό και τη δημοκρατία.
Για όλους αυτούς τους λόγους, συνυπέγραψα μαζί με ενενήντα ακόμη Βουλευτές, τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της Νέας Δημοκρατίας, τροπολογία με την οποία ζητούμε, κατά τις έρευνες που αφορούν την περιουσιακή και οικονομική κατάσταση πολιτικών προσώπων, να μην ισχύουν οι διατάξεις περί απόρρητου και περί προστασίας προσωπικών δεδομένων. Θεωρώ αυτονόητη την υποχρέωση του Κοινοβουλίου να θεσμοθετήσει τη διευκόλυνση της δικαιοσύνης στη διερεύνηση κάθε υπόθεσης που αφορά πολιτικό πρόσωπο. Για τους ίδιους λόγους είχα ζητήσει την άρση της δικής μου ασυλίας, για τους ίδιους λόγους υποστηρίζω πάγια τη θέση ότι πρέπει να αλλάξει ο νόμος περί ευθύνης Υπουργών.
Διαφωνώ με όσους όψιμα υποστηρίζουν ότι οφείλουμε διαφάνεια στους πολίτες επειδή τώρα υποφέρουν. Πάντοτε οφείλουμε διαφάνεια, όχι μόνο στους πολίτες, αλλά και στους εαυτούς μας και στη χώρα. Οι πολίτες πρέπει να εμπιστεύονται τους εκπροσώπους τους και τους κυβερνήτες τους. Οι πολιτικοί πρέπει να μην χρειάζεται να φωνάζουμε την αθωότητά μας στα κανάλια, αλλά να την πιστοποιούμε μέσα από ακλόνητους θεσμούς. Και η χώρα μας, η δημοκρατία μας, πρέπει να στηρίζεται σε σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης, την οποία εμείς πρώτοι οφείλουμε να εμπεδώσουμε.»