Την αποχή των δικηγόρων της χώρας από τα καθήκοντά τους στις 17 και 18
Σεπτεμβρίου, αποφάσισε σήμερα η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών
Συλλόγων Ελλάδος, ενώ «επιφυλάσσεται για περαιτέρω ενέργειες».
Στη σημερινή συνεδρίαση έγινε εκτίμηση της κατάστασης σχετικά με τα ανοιχτά ζητήματα που εξακολουθούν να υφίστανται ως προς τον υπό κατάθεση προς συζήτηση και ψήφιση νέο Κώδικα Δικηγόρων, καθώς και σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στη Δικαιοσύνη.
Αναφορικά με το σχεδίου του νέου Κώδικα Δικηγόρων, σε σχετική ανακοίνωση της Συντονιστικής Επιτροπής, τονίζεται πως «δεν μπορούμε να μην επιμείνουμε στην ανάγκη να επανακατοχυρωθεί το δικαίωμα των εμμίσθων συναδέλφων σε ελάχιστη αμοιβή και να διαφυλαχθεί ο τρόπος ποσοστιαίου υπολογισμού των κρατήσεων μέσω των γραμματίων προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής».
«Σε καμία σύγχρονη δημοκρατική κοινωνία δεν νοείται παροχή υπηρεσιών που προσιδιάζουν σε σχέση εξαρτημένης εργασίας χωρίς να κατοχυρώνεται δικαίωμα του εργαζομένου σε αμοιβή. Τέτοιου είδους «μέτρα» που λαμβάνονται από την πολιτική εξουσία με επίκληση επιταγών της «τρόικας», αλλά στην πραγματικότητα προς όφελος των τραπεζών, των ασφαλιστικών εταιρειών και άλλων επιχειρήσεων που ασκούν μαζικά ένδικα βοηθήματα στα δικαστήρια της χώρας (πχ για εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή για έκδοση διαταγών πληρωμής) προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε δικηγορικές υπηρεσίες με εξευτελιστικές αμοιβές, προσβάλλουν τον πυρήνα του δικαιώματος σε μία αξιοπρεπή διαβίωση, υπονομεύουν την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος και, κατ' επέκταση, την απονομή της Δικαιοσύνης, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε υποβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων νομικών υπηρεσιών και τέλος παραβιάζουν την ισότητα των όπλων ενώπιον των δικαστικών αρχών, με θύμα τον ίδιο τον πολίτη», τονίζουν οι δικηγόροι της χώρας.
Εξάλλου, αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στην απονομή της Δικαιοσύνης, οι δικηγόροι τονίζουν «την ανάγκη να αρθεί η πρόσφατη απομείωση του θεσμού της προσωρινής δικαστικής προστασίας, με απεξάρτηση της έκδοσης και της ισχύος της προσωρινής διαταγής από τον χρόνο συζήτησης της σχετικής αίτησης ασφαλιστικών μέτρων και, επί διαφορών για άκυρη απόλυση εργαζομένου με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ή μεταβολή της εργασιακής του κατάστασης, με απεξάρτηση της ισχύος των ασφαλιστικών μέτρων από τον χρόνο συζήτησης της σχετικής αγωγής».
«Εν γένει, η διαρκής προώθηση αποσπασματικών ρυθμίσεων για την εξυπηρέτηση σκοπών ή σκοπιμοτήτων άσχετων ή αντίθετων προς τη χρηστή απονομή της Δικαιοσύνης, όχι μόνο δεν συμβάλλει στην επίλυση κανενός προβλήματος αλλά αντιθέτως επιτείνει τις ήδη υπάρχουσες δυσλειτουργίες (…). Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης και πριν το σύστημα απονομής της Δικαιοσύνης καταρρεύσει ολοκληρωτικά, πρέπει να υπάρξει κεντρικός σχεδιασμός και ισχυρή πολιτική βούληση προς τον σκοπό, μεταξύ άλλων, της αύξησης του αριθμού των δικαστών και του ανθρώπινου δυναμικού των διοικητικών υπηρεσιών των Δικαστηρίων, της ταχύτερης δυνατής υλοποίησης της ηλεκτρονικής κατάθεσης δικογράφων και δυνατότητας ελέγχου της πορείας των δικογραφιών στο σύνολο των δικαστηρίων της επικράτειας, της αναμόρφωσης των Κωδίκων Δικονομίας ώστε να αποσυνδεθεί η δικαστηριακή καθημερινότητα από δυσλειτουργικές ρυθμίσεις που επιβραδύνουν την προώθηση των διαδικασιών και την έκδοση των αποφάσεων, της χωροταξικής αναδιάρθρωσης, της μηχανοργάνωσης και της ηλεκτρονικής διασύνδεσης των διοικητικών υπηρεσιών των δικαστηρίων καθώς της διασφάλισης του θεσμού της αυτοδιοίκησης των δικαστηρίων, με ενίσχυση της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των δικαστών και επίτευξη διαφάνειας στη λειτουργία των οργάνων τους», υπογραμμίζουν οι δικηγόροι.
Και στην ανακοίνωσή τους οι δικηγόροι επισημαίνουν:
«Εκείνο που απασχολεί την κυβέρνηση είναι η κατά παραγγελία νομοθέτηση, κυρίως μέσω πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, ακυρώνοντας τον ρόλο και την αποστολή της Βουλής, χωρίς κεντρικό σχεδιασμό και με μόνο στόχο τη διαρκή μετακύλιση του βάρους της κρίσης στη βάση της κοινωνίας, προκειμένου να προστατευτεί η οικονομική ελίτ και να εξυπηρετηθούν τα ανωτέρω αναφερόμενα διεθνή και εγχώρια οικονομικά συμφέροντα».
Στη σημερινή συνεδρίαση έγινε εκτίμηση της κατάστασης σχετικά με τα ανοιχτά ζητήματα που εξακολουθούν να υφίστανται ως προς τον υπό κατάθεση προς συζήτηση και ψήφιση νέο Κώδικα Δικηγόρων, καθώς και σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στη Δικαιοσύνη.
Αναφορικά με το σχεδίου του νέου Κώδικα Δικηγόρων, σε σχετική ανακοίνωση της Συντονιστικής Επιτροπής, τονίζεται πως «δεν μπορούμε να μην επιμείνουμε στην ανάγκη να επανακατοχυρωθεί το δικαίωμα των εμμίσθων συναδέλφων σε ελάχιστη αμοιβή και να διαφυλαχθεί ο τρόπος ποσοστιαίου υπολογισμού των κρατήσεων μέσω των γραμματίων προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής».
«Σε καμία σύγχρονη δημοκρατική κοινωνία δεν νοείται παροχή υπηρεσιών που προσιδιάζουν σε σχέση εξαρτημένης εργασίας χωρίς να κατοχυρώνεται δικαίωμα του εργαζομένου σε αμοιβή. Τέτοιου είδους «μέτρα» που λαμβάνονται από την πολιτική εξουσία με επίκληση επιταγών της «τρόικας», αλλά στην πραγματικότητα προς όφελος των τραπεζών, των ασφαλιστικών εταιρειών και άλλων επιχειρήσεων που ασκούν μαζικά ένδικα βοηθήματα στα δικαστήρια της χώρας (πχ για εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή για έκδοση διαταγών πληρωμής) προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε δικηγορικές υπηρεσίες με εξευτελιστικές αμοιβές, προσβάλλουν τον πυρήνα του δικαιώματος σε μία αξιοπρεπή διαβίωση, υπονομεύουν την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος και, κατ' επέκταση, την απονομή της Δικαιοσύνης, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε υποβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων νομικών υπηρεσιών και τέλος παραβιάζουν την ισότητα των όπλων ενώπιον των δικαστικών αρχών, με θύμα τον ίδιο τον πολίτη», τονίζουν οι δικηγόροι της χώρας.
Εξάλλου, αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στην απονομή της Δικαιοσύνης, οι δικηγόροι τονίζουν «την ανάγκη να αρθεί η πρόσφατη απομείωση του θεσμού της προσωρινής δικαστικής προστασίας, με απεξάρτηση της έκδοσης και της ισχύος της προσωρινής διαταγής από τον χρόνο συζήτησης της σχετικής αίτησης ασφαλιστικών μέτρων και, επί διαφορών για άκυρη απόλυση εργαζομένου με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ή μεταβολή της εργασιακής του κατάστασης, με απεξάρτηση της ισχύος των ασφαλιστικών μέτρων από τον χρόνο συζήτησης της σχετικής αγωγής».
«Εν γένει, η διαρκής προώθηση αποσπασματικών ρυθμίσεων για την εξυπηρέτηση σκοπών ή σκοπιμοτήτων άσχετων ή αντίθετων προς τη χρηστή απονομή της Δικαιοσύνης, όχι μόνο δεν συμβάλλει στην επίλυση κανενός προβλήματος αλλά αντιθέτως επιτείνει τις ήδη υπάρχουσες δυσλειτουργίες (…). Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης και πριν το σύστημα απονομής της Δικαιοσύνης καταρρεύσει ολοκληρωτικά, πρέπει να υπάρξει κεντρικός σχεδιασμός και ισχυρή πολιτική βούληση προς τον σκοπό, μεταξύ άλλων, της αύξησης του αριθμού των δικαστών και του ανθρώπινου δυναμικού των διοικητικών υπηρεσιών των Δικαστηρίων, της ταχύτερης δυνατής υλοποίησης της ηλεκτρονικής κατάθεσης δικογράφων και δυνατότητας ελέγχου της πορείας των δικογραφιών στο σύνολο των δικαστηρίων της επικράτειας, της αναμόρφωσης των Κωδίκων Δικονομίας ώστε να αποσυνδεθεί η δικαστηριακή καθημερινότητα από δυσλειτουργικές ρυθμίσεις που επιβραδύνουν την προώθηση των διαδικασιών και την έκδοση των αποφάσεων, της χωροταξικής αναδιάρθρωσης, της μηχανοργάνωσης και της ηλεκτρονικής διασύνδεσης των διοικητικών υπηρεσιών των δικαστηρίων καθώς της διασφάλισης του θεσμού της αυτοδιοίκησης των δικαστηρίων, με ενίσχυση της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των δικαστών και επίτευξη διαφάνειας στη λειτουργία των οργάνων τους», υπογραμμίζουν οι δικηγόροι.
Και στην ανακοίνωσή τους οι δικηγόροι επισημαίνουν:
«Εκείνο που απασχολεί την κυβέρνηση είναι η κατά παραγγελία νομοθέτηση, κυρίως μέσω πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, ακυρώνοντας τον ρόλο και την αποστολή της Βουλής, χωρίς κεντρικό σχεδιασμό και με μόνο στόχο τη διαρκή μετακύλιση του βάρους της κρίσης στη βάση της κοινωνίας, προκειμένου να προστατευτεί η οικονομική ελίτ και να εξυπηρετηθούν τα ανωτέρω αναφερόμενα διεθνή και εγχώρια οικονομικά συμφέροντα».