Ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής πραγματοποίησε ο Βουλευτής Κορινθίας κ. Κώστας Κόλλιας, στα πλαίσια συζήτησης του νομοσχεδίου για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Στην ομιλία του ο κ. Κόλλιας μεταξύ άλλων ανέφερε:
«Το νομοσχέδιο που συζητούμε σήμερα είναι μία αξιέπαινη πρωτοβουλία της Κυβέρνησης, προκειμένου να βάλει μία τάξη στο ενεργειακό τοπίο της χώρας. Στηρίζουμε την πράσινη ανάπτυξη και την καθαρή ενέργεια. Είμαστε υποχρεωμένοι, όμως, να στηρίξουμε και τα συμφέροντα των καταναλωτών, γιατί έχει δημιουργηθεί ένα εξωπραγματικό έλλειμμα στον ειδικό λογαριασμό του ΛΑΓΗΕ, που καλείται να καλύψει κατά κύριο λόγο ο καταναλωτής.
Είναι προφανές ότι όσο αυξάνεται η συμμετοχή των ΑΠΕ, αλλά και ιδιαίτερα του φυσικού αερίου, στο μίγμα ενέργειας τόσο αυξάνεται και το κόστος. Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι οι καταναλωτές επιβαρύνονται διαρκώς με το ολοένα αυξανόμενο τέλος, οι επιχειρήσεις πληρώνουν ακριβά την ενέργεια και το σύνολο της εθνικής οικονομίας χάνει σε ανταγωνιστικότητα.
Ποια είναι, λοιπόν, η λύση; Να εγκαταλείψουμε τις ΑΠΕ, να πετάξουμε έξω από το ενεργειακό τοπίο τους μικρούς παραγωγούς ΑΠΕ και δη τους αγρότες; Όχι, βέβαια. Κάτι τέτοιο θα έδειχνε ασυνέπεια τόσο απέναντι στους επενδυτές, όσο απέναντι και στις ευρωπαϊκές μας υποχρεώσεις σε ό,τι αφορά την πράσινη ενέργεια. Είναι θέμα πολιτικής, γιατί η πολιτική που ακολουθήθηκε μέχρι σήμερα δεν έπληξε μόνο τους καταναλωτές, έπληξε και τους μικρούς παραγωγούς.
Ιδιαίτερα οι αγρότες που εγκατέστησαν φωτοβολταϊκά, που εμπιστεύτηκαν το κράτος, που πήραν δάνεια με επαχθείς όρους για να επενδύσουν, σήμερα βλέπουν να καθυστερεί η πληρωμή τους πάνω από έξι μήνες, βλέπουν η τιμή πώλησης να πέφτει διαρκώς και η φορολόγηση που τους επιβάλλεται είναι υπέρογκη. Αν δεν αλλάξουν οι συνθήκες αυτοί οι αγρότες, δεν πρόκειται ποτέ να αποσβέσουν την επένδυσή τους. Ενώ ξεκίνησαν με ένα μικρό φωτοβολταϊκό για να ενισχύσουν το εισόδημά τους, δυστυχώς σήμερα χρησιμοποιούν το εισόδημα που προέρχεται από την αγροτική γη προκειμένου να καλύψουν τις επενδύσεις τους. Αυτούς τους αγρότες και ιδιαίτερα εκείνους που έχουν επενδύσει σε ημιορεινές, σε ορεινές ή μειονεκτικές περιοχές έχουμε χρέος, να τους προστατεύσουμε, να τους βοηθήσουμε να παραμείνουν και να κρατήσουν ζωντανή την ελληνική περιφέρεια.
Αν συνεχιζόταν η ίδια πολιτική είναι σίγουρο ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα το κράτος αντί να επιδοτεί την εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ θα επιδοτεί το ξήλωμά τους. Επομένως, ήταν απαραίτητη μια νομοθετική πρωτοβουλία, όπως αυτή που έχουμε σήμερα, για να εξορθολογιστεί η ενεργειακή πολιτική, να ισοσκελιστεί ο ειδικός προϋπολογισμός και να ισορροπήσει η αγορά ενέργειας. Οι ΑΠΕ έχουν ακόμα τεράστια περιθώρια ανάπτυξης στη χώρα μας αλλά η ανάπτυξή τους πρέπει να γίνει βάσει μιας σοβαρής ρεαλιστικής οικονομοτεχνικής μελέτης. Πρέπει να συνδεθεί περισσότερο η παραγωγή με την ιδιοκατανάλωση, κάτι που το προβλέπει το νομοσχέδιο, και βεβαίως να πληρώσουν περισσότερα οι μεγάλοι παραγωγοί. Διαφορετικά είναι σίγουρο ότι ο Έλληνας καταναλωτής δεν θα μπορέσει να πληρώσει αυτό το κόστος.»
«Το νομοσχέδιο που συζητούμε σήμερα είναι μία αξιέπαινη πρωτοβουλία της Κυβέρνησης, προκειμένου να βάλει μία τάξη στο ενεργειακό τοπίο της χώρας. Στηρίζουμε την πράσινη ανάπτυξη και την καθαρή ενέργεια. Είμαστε υποχρεωμένοι, όμως, να στηρίξουμε και τα συμφέροντα των καταναλωτών, γιατί έχει δημιουργηθεί ένα εξωπραγματικό έλλειμμα στον ειδικό λογαριασμό του ΛΑΓΗΕ, που καλείται να καλύψει κατά κύριο λόγο ο καταναλωτής.
Είναι προφανές ότι όσο αυξάνεται η συμμετοχή των ΑΠΕ, αλλά και ιδιαίτερα του φυσικού αερίου, στο μίγμα ενέργειας τόσο αυξάνεται και το κόστος. Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι οι καταναλωτές επιβαρύνονται διαρκώς με το ολοένα αυξανόμενο τέλος, οι επιχειρήσεις πληρώνουν ακριβά την ενέργεια και το σύνολο της εθνικής οικονομίας χάνει σε ανταγωνιστικότητα.
Ποια είναι, λοιπόν, η λύση; Να εγκαταλείψουμε τις ΑΠΕ, να πετάξουμε έξω από το ενεργειακό τοπίο τους μικρούς παραγωγούς ΑΠΕ και δη τους αγρότες; Όχι, βέβαια. Κάτι τέτοιο θα έδειχνε ασυνέπεια τόσο απέναντι στους επενδυτές, όσο απέναντι και στις ευρωπαϊκές μας υποχρεώσεις σε ό,τι αφορά την πράσινη ενέργεια. Είναι θέμα πολιτικής, γιατί η πολιτική που ακολουθήθηκε μέχρι σήμερα δεν έπληξε μόνο τους καταναλωτές, έπληξε και τους μικρούς παραγωγούς.
Ιδιαίτερα οι αγρότες που εγκατέστησαν φωτοβολταϊκά, που εμπιστεύτηκαν το κράτος, που πήραν δάνεια με επαχθείς όρους για να επενδύσουν, σήμερα βλέπουν να καθυστερεί η πληρωμή τους πάνω από έξι μήνες, βλέπουν η τιμή πώλησης να πέφτει διαρκώς και η φορολόγηση που τους επιβάλλεται είναι υπέρογκη. Αν δεν αλλάξουν οι συνθήκες αυτοί οι αγρότες, δεν πρόκειται ποτέ να αποσβέσουν την επένδυσή τους. Ενώ ξεκίνησαν με ένα μικρό φωτοβολταϊκό για να ενισχύσουν το εισόδημά τους, δυστυχώς σήμερα χρησιμοποιούν το εισόδημα που προέρχεται από την αγροτική γη προκειμένου να καλύψουν τις επενδύσεις τους. Αυτούς τους αγρότες και ιδιαίτερα εκείνους που έχουν επενδύσει σε ημιορεινές, σε ορεινές ή μειονεκτικές περιοχές έχουμε χρέος, να τους προστατεύσουμε, να τους βοηθήσουμε να παραμείνουν και να κρατήσουν ζωντανή την ελληνική περιφέρεια.
Αν συνεχιζόταν η ίδια πολιτική είναι σίγουρο ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα το κράτος αντί να επιδοτεί την εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ θα επιδοτεί το ξήλωμά τους. Επομένως, ήταν απαραίτητη μια νομοθετική πρωτοβουλία, όπως αυτή που έχουμε σήμερα, για να εξορθολογιστεί η ενεργειακή πολιτική, να ισοσκελιστεί ο ειδικός προϋπολογισμός και να ισορροπήσει η αγορά ενέργειας. Οι ΑΠΕ έχουν ακόμα τεράστια περιθώρια ανάπτυξης στη χώρα μας αλλά η ανάπτυξή τους πρέπει να γίνει βάσει μιας σοβαρής ρεαλιστικής οικονομοτεχνικής μελέτης. Πρέπει να συνδεθεί περισσότερο η παραγωγή με την ιδιοκατανάλωση, κάτι που το προβλέπει το νομοσχέδιο, και βεβαίως να πληρώσουν περισσότερα οι μεγάλοι παραγωγοί. Διαφορετικά είναι σίγουρο ότι ο Έλληνας καταναλωτής δεν θα μπορέσει να πληρώσει αυτό το κόστος.»
