Είναι μια σημαντική επέμβαση που πραγματοποιεί η Περιφέρεια Πελοποννήσου σε τμήμα του θαλασσίου μετώπου της πόλης Δερβενίου του Δήμου Ξυλοκάστρου – Ευρωστίνης....
Στο τέλος του Φεβρουαρίου 2012 παρατηρήθηκε σε τμήμα της ακτογραμμής υποβιβασμός της επιφάνειας του βυθού, με άμεσο κίνδυνο κατάρρευσης οικιών και περαιτέρω επιδείνωση της αστοχίας. Η αντίδραση της Περιφέρειας Πελοποννήσου υπήρξε άμεση και αποτελεσματική. Η περιοχή εντός λίγων ημερών κηρύχθηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και ταχύτατα έγινε η δημοπράτηση του έργου αποκατάστασης διαβρώσεων τμημάτων της Π.Ε.Ο. Κορίνθου – Πατρών από τη δράση του κυματισμού του Κορινθιακού Κόλπου. Είχε προηγηθεί η μελέτη αντιμετώπισης του φαινομένου και παρά το ότι κηρύχθηκε ευφυώς η περιοχή ως περιοχή έκτακτης ανάγκης, απαιτήθηκαν πάρα πολλές γραφειοκρατικές διατυπώσεις, πολλές εγκρίσεις και σχετικές αλληλογραφίες με τις Υπηρεσίες του Υπουργείου και με την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Ακόμη απαιτήθηκε ο καθορισμός ορίων αιγιαλού και παραλίας, στο εν λόγω τμήμα, που δεν υπήρχε. Από το τέλος Σεπτεμβρίου 2013 συνεχίζονται οι εργασίες προς περαίωση του έργου.
Προβλέπεται η κατασκευή 131 φρεατοπασσάλων, διαμέτρου 1,20 μ., σε επαφή μεταξύ τους ώστε να δημιουργηθεί ένας διαφραγματικός πασσαλότοιχος, δηλαδή ένα μέτωπο χωρίς διάκενα, το οποίο θα προστατεύει την ακτή και τα θεμέλια των οικιών και συγχρόνως θα σταθεροποιεί την περιοχή της κατολίσθησης. Οι πάσσαλοι, μήκους περίπου 20,00 μ., οπλισμένοι και άοπλοι, εμπήγνυνται στο έδαφος, στην κορυφή τους δε συνδέονται μεταξύ τους με τον λεγόμενο κεφαλόδεσμο, ο οποίος ενισχύει το συνεχές μέτωπο των πασσάλων, συγχρόνως είναι και οδηγός για την καθ’ ύψος τακτοποίηση του γύρω χώρου. Ο χώρος ανάντη του κεφαλόδεσμου καλύπτεται με ίζημα της περιοχής, ενώ στο χώρο κατάντη αυτού τοποθετείται, σε πλάτος περίπου 4,50 μ., λιθοριππή για λόγους προστασίας και απομείωσης της κυματικής ενέργειας. Μετά το πλάτος αυτό, η λιθοριππή καταλήγει με κλίση στο βυθό της θάλασσας.
Έτσι εξασφαλίζεται η προστασία και η βατότητα της περιοχής και η χρήση του αιγιαλού, με ταυτόχρονη προστασία των θεμελίων των οικιών και της ακτής.
Το πρόβλημα αυτό είναι γενικότερο και παρατηρείται σε μεγάλα τμήματα του θαλάσσιου μετώπου του Κορινθιακού Κόλπου, αλλά και σε πολλές περιοχές της Πελοποννήσου. Η Περιφέρεια Πελοποννήσου από την πρώτη στιγμή αγωνίζεται για την όσο το δυνατόν καλύτερη αντιμετώπιση του. Απαιτεί συνεχώς και εντόνως από τα Υπουργεία χρηματοδότηση για επεμβάσεις και στα άλλα τμήματα της ακτογραμμής του Κορινθιακού Κόλπου στα οποία παρατηρείται έντονο φαινόμενο διάβρωσης, όπως στο Μελίσσι, στη Λυκοποριά και αλλού. Φαινόμενο το οποίο συνεχώς εξελίσσεται προς το χειρότερο και αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για πολλές ακτές της Πελοποννήσου.
Για την Περιφέρεια προτεραιότητα έχει η ασφάλεια των κατοίκων, των περιουσιών τους και του δικτύου των δρόμων, ειδικά της Π.Ε.Ο. Κορίνθου – Πατρών, όπου έχουμε έντονη διατύπωση του φαινομένου της διάβρωσης. Συγχρόνως μελετάει ολοκληρωμένα τον Κορινθιακό Κόλπο ώστε οι επεμβάσεις να μην είναι αποσπασματικές και να δημιουργούν κινδύνους για άλλες περιοχές, αλλά να είναι συγκεκριμένες και προβλεπόμενες βάσει των αποτελεσμάτων της μελέτης, επιλύοντας, στο πλαίσιο του εφικτού, το έντονο πρόβλημα.
Στο τέλος του Φεβρουαρίου 2012 παρατηρήθηκε σε τμήμα της ακτογραμμής υποβιβασμός της επιφάνειας του βυθού, με άμεσο κίνδυνο κατάρρευσης οικιών και περαιτέρω επιδείνωση της αστοχίας. Η αντίδραση της Περιφέρειας Πελοποννήσου υπήρξε άμεση και αποτελεσματική. Η περιοχή εντός λίγων ημερών κηρύχθηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και ταχύτατα έγινε η δημοπράτηση του έργου αποκατάστασης διαβρώσεων τμημάτων της Π.Ε.Ο. Κορίνθου – Πατρών από τη δράση του κυματισμού του Κορινθιακού Κόλπου. Είχε προηγηθεί η μελέτη αντιμετώπισης του φαινομένου και παρά το ότι κηρύχθηκε ευφυώς η περιοχή ως περιοχή έκτακτης ανάγκης, απαιτήθηκαν πάρα πολλές γραφειοκρατικές διατυπώσεις, πολλές εγκρίσεις και σχετικές αλληλογραφίες με τις Υπηρεσίες του Υπουργείου και με την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Ακόμη απαιτήθηκε ο καθορισμός ορίων αιγιαλού και παραλίας, στο εν λόγω τμήμα, που δεν υπήρχε. Από το τέλος Σεπτεμβρίου 2013 συνεχίζονται οι εργασίες προς περαίωση του έργου.
Προβλέπεται η κατασκευή 131 φρεατοπασσάλων, διαμέτρου 1,20 μ., σε επαφή μεταξύ τους ώστε να δημιουργηθεί ένας διαφραγματικός πασσαλότοιχος, δηλαδή ένα μέτωπο χωρίς διάκενα, το οποίο θα προστατεύει την ακτή και τα θεμέλια των οικιών και συγχρόνως θα σταθεροποιεί την περιοχή της κατολίσθησης. Οι πάσσαλοι, μήκους περίπου 20,00 μ., οπλισμένοι και άοπλοι, εμπήγνυνται στο έδαφος, στην κορυφή τους δε συνδέονται μεταξύ τους με τον λεγόμενο κεφαλόδεσμο, ο οποίος ενισχύει το συνεχές μέτωπο των πασσάλων, συγχρόνως είναι και οδηγός για την καθ’ ύψος τακτοποίηση του γύρω χώρου. Ο χώρος ανάντη του κεφαλόδεσμου καλύπτεται με ίζημα της περιοχής, ενώ στο χώρο κατάντη αυτού τοποθετείται, σε πλάτος περίπου 4,50 μ., λιθοριππή για λόγους προστασίας και απομείωσης της κυματικής ενέργειας. Μετά το πλάτος αυτό, η λιθοριππή καταλήγει με κλίση στο βυθό της θάλασσας.
Έτσι εξασφαλίζεται η προστασία και η βατότητα της περιοχής και η χρήση του αιγιαλού, με ταυτόχρονη προστασία των θεμελίων των οικιών και της ακτής.
Το πρόβλημα αυτό είναι γενικότερο και παρατηρείται σε μεγάλα τμήματα του θαλάσσιου μετώπου του Κορινθιακού Κόλπου, αλλά και σε πολλές περιοχές της Πελοποννήσου. Η Περιφέρεια Πελοποννήσου από την πρώτη στιγμή αγωνίζεται για την όσο το δυνατόν καλύτερη αντιμετώπιση του. Απαιτεί συνεχώς και εντόνως από τα Υπουργεία χρηματοδότηση για επεμβάσεις και στα άλλα τμήματα της ακτογραμμής του Κορινθιακού Κόλπου στα οποία παρατηρείται έντονο φαινόμενο διάβρωσης, όπως στο Μελίσσι, στη Λυκοποριά και αλλού. Φαινόμενο το οποίο συνεχώς εξελίσσεται προς το χειρότερο και αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για πολλές ακτές της Πελοποννήσου.
Για την Περιφέρεια προτεραιότητα έχει η ασφάλεια των κατοίκων, των περιουσιών τους και του δικτύου των δρόμων, ειδικά της Π.Ε.Ο. Κορίνθου – Πατρών, όπου έχουμε έντονη διατύπωση του φαινομένου της διάβρωσης. Συγχρόνως μελετάει ολοκληρωμένα τον Κορινθιακό Κόλπο ώστε οι επεμβάσεις να μην είναι αποσπασματικές και να δημιουργούν κινδύνους για άλλες περιοχές, αλλά να είναι συγκεκριμένες και προβλεπόμενες βάσει των αποτελεσμάτων της μελέτης, επιλύοντας, στο πλαίσιο του εφικτού, το έντονο πρόβλημα.